Το καλοκαίρι οι «ανεπιθύμητοι επισκέπτες» πληθαίνουν και οι πιθανότητες να πέσουμε στα… δίχτυα τους αυξάνονται. Οι ειδικοί μας συμβουλεύουν πώς να αντιμετωπίσουμε τα τσιμπήματα του καλοκαιριού.
Κουνούπια, σφήκες, μέλισσες, τσούχτρες… Η άμεση επαφή με τη φύση μάς φέρνει πιο κοντά τους. Τα τσιμπήματά τους μπορούν να… χαλάσουν το μπάνιο στη θάλασσα ή τον περίπατο μέσα στο δάσος, να διακόψουν τη βραδινή κουβεντούλα στο μπαλκόνι ή την αγαπημένη μας ταινία στο θερινό σινεμά και τελοσπάντων να καταστρέψουν τις ελάχιστες στιγμές χαλάρωσης που όλοι διεκδικούμε το καλοκαίρι. Ας μάθουμε πότε ένα τσίμπημα είναι απλώς δυσάρεστο και πότε μπορεί να γίνει επικίνδυνο για τη ζωή μας, αλλά και πώς μπορούμε να προφυλαχθούμε.
Στους μύθους του Αισώπου το κουνούπι καταφέρνει να νικήσει ένα λιοντάρι, άσχετα αν στο τέλος κατατροπώνεται από μια αράχνη. Σύμφωνα πάλι με την ελληνική παροιμία, «η μύγα τρώει σίδερο και το κουνούπι ατσάλι». Ποιος θα περίμενε ότι αυτό το μικροσκοπικό έντομο θα έμελλε να γίνει ο εφιάλτης μας τα ξέγνοιαστα βράδια του καλοκαιριού; Τσιμπήματα προκαλεί μόνο το θηλυκό κουνούπι, το οποίο χρειάζεται το αίμα για να αναπτύξει το πρωτεϊνικό περίβλημα των αυγών του, σε αντίθεση με τα αρσενικά κουνούπια, που περιορίζονται στο να ρουφούν νέκταρ ή άλλες πηγές πλούσιες σε σάκχαρα (π.χ. σάπια φρούτα). Οι κινήσεις που κάνουμε με τα χέρια μας, ώστε να τα απομακρύνουμε από κοντά μας, φέρνουν το αντίθετο αποτέλεσμα, αφού στην πραγματικότητα επιτρέπουν στο κουνούπι να μας εντοπίσει. Τα τσιμπήματα των κουνουπιών προκαλούν τοπικά φαγούρα και κοκκινίλα στο δέρμα, συμπτώματα τα οποία περνούν από μόνα τους, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη θεραπεία, ενώ ενδέχεται να μεταδώσουν και ασθένειες, όπως ο ιός του Δυτικού Νείλου, η ελονοσία, ο δάγκειος και ο κίτρινος πυρετός, καθώς και ο ιός ζίκα, που μπορεί να προκαλέσει σοβαρές γενετικές ανωμαλίες στα έμβρυα.
Στην κωμωδία του Θοδωρή Αθερίδη «Μια μέλισσα τον Αύγουστο», ο Χάρης μεταμορφώνεται στον «άλλο του εαυτό» από το τσίμπημα μιας μέλισσας. Προφανώς και μια μέλισσα δεν μπορεί να προκαλέσει μετάλλαξη, μπορεί όμως να προκαλέσει προβλήματα με το τσίμπημά της, ειδικά σε εκείνους που είναι αλλεργικοί. Οι σφήκες είναι πιο επιθετικές από τις μέλισσες και ικανές για επαναλαμβανόμενα τσιμπήματα, σε αντίθεση με τις μέλισσες, που αφήνουν το κεντρί τους στο δέρμα μας και δεν μπορούν να το ξαναχρησιμοποιήσουν. Τα τσιμπήματα από τα έντομα αυτά προκαλούν τοπικό ερεθισμό με οίδημα, κοκκινίλα και πόνο. Πρώτα βγάζουμε προσεκτικά το κεντρί από το δέρμα με ένα τσιμπιδάκι φρυδιών ή κάποιο αιχμηρό αντικείμενο και στη συνέχεια βάζουμε πάγο (τυλιγμένο σε πετσέτα) στο σημείο. Αυτό θα μας ανακουφίσει και παράλληλα θα προκαλέσει συστολή στα αγγεία, εμποδίζοντας το δηλητήριο του εντόμου να επεκταθεί στο υπόλοιπο σώμα.
! Για να ανακουφιστούμε από το τσίμπημα της μέλισσας, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αμμωνία. Αντίστοιχα, για το τσίμπημα της σφήκας ενδείκνυται το ξίδι ή το λεμόνι και όχι η αμμωνία.
Και ξαφνικά εκεί που κολυμπάμε δεχόμαστε επίθεση από μια τσούχτρα. Τσούχτρες αποκαλούμε ορισμένα είδη μέδουσας το τσίμπημα των οποίων είναι δυσάρεστο ως και επώδυνο εξαιτίας του υγρού που απελευθερώνουν αντανακλαστικά όταν έρχονται σε επαφή με άλλους οργανισμούς. Η πιο κοινή τσούχτρα στις ελληνικές θάλασσες είναι η Pelagia noctiluca, ο πληθυσμός της οποίας αυξάνεται κατά περιόδους στη Μεσόγειο. Συνήθως δεν τις βλέπουμε, γιατί μοιάζουν με διάφανα μπαλόνια, αλλά φροντίζουν να τις νιώθουμε. Μετά το τσίμπημά της στο σημείο της επαφής παρουσιάζονται τοπικό εξάνθημα, φαγούρα, πρήξιμο και πόνος, συμπτώματα που μπορεί να διαρκέσουν αρκετές ώρες. Ωστόσο, δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας, καθώς τα τσιμπήματα από τσούχτρες στην πλειονότητά τους δεν είναι επικίνδυνα. Βγαίνουμε αμέσως από τη θάλασσα και ρίχνουμε στο σημείο άφθονο δροσερό νερό. Για άμεση ανακούφιση βάζουμε αμμωνία, κάνουμε κομπρέσες με ξιδόνερο ή τοποθετούμε πάνω στο οίδημα λίγο πάγο, τυλιγμένο σε μια πετσέτα.
Όλοι έχουμε ακούσει ή πει τη φράση αυτή, λίγοι όμως γνωρίζουμε ότι έχει ρεαλιστική βάση. Οι μύγες που βρίσκονται σε φάρμες με βοοειδή και σε στάβλους με άλογα δαγκώνουν. Είναι ιδιαίτερα δραστήριες κατά τη διάρκεια της ημέρας και της έντονης ηλιοφάνειας και η εμφάνισή τους είναι εποχική, από την άνοιξη ως το καλοκαίρι. Σπάνια οι μύγες αυτές ευθύνονται για τη μετάδοση σοβαρών ασθενειών (π.χ. του άνθρακα, της τουλαραιμίας, της νόσου του Lyme). Σε ό,τι αφορά τις οικιακές μύγες, συνήθως δεν τσιμπούν, αλλά μεταφέρουν μικρόβια και μολύνουν τις τροφές, η κατανάλωση των οποίων προκαλεί κυρίως γαστρεντερικές ενοχλήσεις.
Αν πρόκειται να κάνετε διακοπές σε άλλη χώρα, τότε ναι, έχετε σοβαρό λόγο να ανησυχείτε για τις αράχνες, καθώς υπάρχουν περισσότερα από 40 επικίνδυνα είδη της παγκοσμίως, κυρίως στην Αυστραλία, στην Αμερική και στην Αφρική. Οι περισσότερες αράχνες που πλέκουν τον ιστό τους στη χώρα μας δεν είναι επικίνδυνες, αν και υπάρχουν δύο είδη που πρέπει να προσέχουμε: τις «μαύρες χήρες» και τις «λοξοσκέλες». Ωστόσο, δεν πρέπει να μας καταλάβει φόβος, καθώς τα περιστατικά επιθέσεων από αράχνες στη χώρα μας είναι περιορισμένα. Εκτός αυτού, οι αράχνες δεν επιτίθενται αν δεν τις προκαλέσουμε. Αν παρ’ όλα αυτά μας τσιμπήσουν αυτά τα είδη αράχνης, σπεύδουμε στο πλησιέστερο νοσοκομείο ή κέντρο υγείας. Για τα υπόλοιπα είδη αραχνών δεν χρειάζεται πανικός, αν και υπάρχουν άτομα που εμφανίζουν αλλεργική αντίδραση, συνήθως τοπική, στο τσίμπημά τους.
Αν είμαστε αλλεργικοί στα τσιμπήματα, θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με τα έντομα και ιδιαίτερα με τις μέλισσες και τις σφήκες, καθώς επίσης και με τις τσούχτρες, διότι μπορεί να πάθουμε ακόμη και αλλεργικό σοκ. Τα επικίνδυνα σημεία για τις «επιθέσεις» της τσούχτρας, της μέλισσας ή της σφήκας, αλλά και των εντόμων που έχουν δηλητήριο, είναι κοντά στον λαιμό, στα χείλη και στη γλώσσα, διότι μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά οιδήματα και να δυσκολέψουν την αναπνοή. Επικίνδυνα είναι και τα πολλαπλά τσιμπήματα, καθώς έχουν αθροιστική δράση. Αν εκδηλώσουμε συμπτώματα, όπως γενικευμένο εξάνθημα στο δέρμα, πρήξιμο στο πρόσωπο και στα άκρα, ναυτία, ζάλη, έντονη ταχυπαλμία, εφίδρωση ή δύσπνοια, επικοινωνούμε αμέσως με γιατρό.
Μια αλοιφή με κορτιζόνη, αντιισταμινικά χάπια και ένα στικ αμμωνίας αρκούν για να αντιμετωπίσουμε ένα κοινό τσίμπημα. Αν όμως είμαστε αλλεργικοί στα τσιμπήματα των εντόμων ή έχουμε αυτήν την υποψία, θα πρέπει να εφοδιαστούμε με ένεση κορτιζόνης, που γίνεται ενδομυϊκά ή ενδοφλέβια. Υπάρχει και η ένεση αδρεναλίνης, που γίνεται υποδόρια, αλλά εφαρμόζεται σπάνια, στην περίπτωση που δεν μας πιάσει η ένεση κορτιζόνης.
Τα τσιμπήματα του βομβίνου (γνωστού ως μπάμπουρα), της ψαλίδας, της σαρανταποδαρούσας και του τσιμπουριού προκαλούν παρόμοια συμπτώματα με αυτά της σφήκας και της μέλισσας και χρήζουν της ίδιας αντιμετώπισης.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ τη δρ. ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΛΑΜΠΡΙΝΟΠΟΥΛΟΥ, δερματολόγο-αφροδισιολόγο, τον κ. Στέλιο Δερμιτζάκη, ειδικό παθολόγο, και τον κ. Σπύρο Ζαχαρόπουλο, γεωπόνο ΤΕ.
Πηγή: vita.gr